Μέρες που είναι έρχονται στον νου μου εκείνα τα
παιδικά τα χρόνια, που πρόλαβα και γιόρταζα Χριστούγεννα, Χριστούγεννα με την
δέουσα σημασία και όχι με την σημερινή που πέραν ενός γλεντιού που δεν καλύπτει
το κενό μέσα μας στην καρδιά μας αλλά μόνο μέσα στην κοιλιά μας δεν μπορεί να
μας προσφέρει κάτι παραπάνω.
Όλα και όλοι ετοιμάζονταν και μας ετοίμαζαν για εκείνη
την ημέρα, την μέρα που ο Θεός γινόταν άνθρωπος, να σαν και σήμερα.
Μα τότε το ζούσαμε, αυτό προσμέναμε, το λαχταρούσαμε
και όλα προς τα εκεί μας οδηγούσαν.
Στο χωριό μέρες πριν άρχιζε να χιονίζει και σιγά σιγά
η μέρα να μικραίνει, τα φύλλα απ τα δέντρα είχαν πέσει, το κρύο δυνάμωνε και οι
μέρες πλησίαζαν.
Όσοι στα σπίτια μικρά παιδιά είχαν, στο δάσος έτρεχαν,
το καλύτερο έλατο να αναζητήσουν, το έφερναν στο σπίτι και όλοι μαζί η
οικογένεια ξεκινούσαν τον στολισμό και όταν έφτανε η ώρα, η φάτνη κάτω από το
δέντρο να τοποθετηθεί σαν ιεροτελεστία φάνταζε στα μάτια μας, σιγά σιγά οι
φιγούρες έπαιρναν την θέση τους ευλαβικά μέσα στο μικρό ξύλινο σπιτάκι που την
φάτνη θύμιζε.