Περιπλανώμενος
στα ράφια των βιβλιοθηκών και σερφάροντας στον απέραντο αιθέρα του Ιντερνέτ,
αναζήτησα τυχόν απαντήσεις στα πολλά ερωτηματικά , που η φύση, η παράδοση , το
κοινωνικό περιβάλλον και ο Λαϊκός προβληματισμός, κρατούν κρυφό μυστικό και ψάχνουν
να βρουν την κατάλληλη ώρα και υποδοχή για να τα αποκαλύψουν και εναποθέσουν.
Τα μυστικά που
αναζητούν τρόπο να εξαγορεύσουν και να καταθέσουν τη μαρτυρία τους , τα κρατεί
με ασφάλεια και με πείσμα η μεγάλη ζωοδότρα και τροφός αρχαιότατη Λίμνη
Τριχωνίδα,, μαζί με το μικρό ταίρι της τη Λίμνη Λυσιμαχία.Εικ. 1. Η Τριχωνίδα έχει έκταση 96,5 χλμ.περίμετρο 51 χλμ. και βάθος 57 μ. |
Ο Κωστής Παλαμάς, ο εθνικός μας ποιητής, ύμνησε όσο κανείς άλλος τις ομορφιές της Αιτωλοακαρνανίας. Ύμνησε
τον αργυροδίνη Αχελώο, το Ζυγό, τη Βαράσοβα, τα στενά
της Κλεισούρας αλλά και τις αδελφές λίμνες, την Τριχωνίδα και τη
Λυσιμαχία. Στο ποίημα του «η νιότη» από τη
συλλογή « Οι καϋμοί της λιμνοθάλας σας» γράφει:
« Ξέρω δυο λίμνες
ξωτικές, δυο λίμνες
αδελφάδες
με του χωριού, με του νερού, με του χλωρού τα κάλλη.
Για
ονειροπλέκτες έρωτες και για
τραγουδιστάδες
τη λίμνη τ' Αγγελόκαστρου του Βραχωριού την άλλη.
Παλαιότερα, οι δύο
λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχία σε περιόδους πλημμυρών ενώνονταν, με αποτέλεσμα
να φαίνονται σαν μια λίμνη, την οποία οι κάτοικοι της περιοχής αποκαλούσαν «Λίμνη
του Απόκουρου».
Ο Ευγένιος Γιαννούλης
ο Αιτωλός την Τριχωνίδα την αναφέρει ως «Καλυδώνα». Αργότερα, με μια πρώτη
παρουσίαση, που έκανε το 1897 ο Woodhouse,
και το 1928 ο λαογράφος Δημ. Λουκόπουλος, δημοσίευσαν αρχειακές πληροφορίες από
το χειρόγραφο Κώδικα της Μονής που φέρει τον τίτλο «Πρόθεσις της Υπεραγίας
Θεοτόκου της επονομαζόμενης Μυρτιάς των Κουρητών πλησίων της
Γουρίτσας και Καλυδώνος λίμνης»
Ο
ενδιάμεσος χώρος μεταξύ των δύο λιμνών, καθώς και εδάφη στην περιφερειακή τους
διάσταση, ήταν κατακλυσμένα από νερά, ένας απέραντος και απροσπέλαστος
συγκοινωνιακά βάλτος, μέχρι τη δεκαετία του 1930, που έγινε η διάνοιξη του
«Αύλακα», μεταξύ των δύο λιμνών και της Κάτω λίμνης, της Λυσιμαχίας,, με το
μεγαλύτερο ποτάμι της Χώρας τον Αχελώο.
Κάτω από το πρίσμα αυτό, δηλαδή της εδαφικής διαφορετικότητας του Τότε και του
Σήμερα , θα επιχειρηθεί η αναζήτηση των απαντήσεων στα εύλογα ερωτήματα
για τα ίχνη που άφησε στο διάβα του ο χρόνος, σχετικά με την επικοινωνία-
συγκοινωνία των Βορείων με τους Νότιους.
Τα γεφύρια του
Αλάμπεη.
Μέχρι
τα τελευταία χρόνια παράλληλα με τον σημερι νό Εθνικό δρόμο υπήρχε μεγάλη
οδογέφυρα με 360 καμάρες
χρονολογούμενη από τον 18ο αιώνα και γνωστή ως «τα γεφύρια του
Αλάμπεη». Σήμερα η οδογέφυρα αυτή έχει προσχωθεί
Εικ.2. Φωτογραφία των Γεφυριών από ευφάνταστη
αναπαράσταση.
|
Η Δεύτερη φωτογραφία των γεφυριών, η πιο αυθεντική,
Εικ. 3. Απομεινάρια των γεφυριών.
|
Σύμφωνα με τους περιηγητές Leake και Pouqueville τα
γεφύρια θεμελιώθηκαν τον 2ο ή τον 3ο αιώνα μ.χ.. Υποθέτουν φαίνεται
ότι είχαν προηγηθεί προσπάθειες επικοινωνιακής και συγκοινωνιακής σύνθεσης και
παλαιότερα. Η υπόθεση είναι λογική και αληθοφανής.
Ο λογοτέχνης Δημήτριος
Βικέλας το 1885 , έγραφε:
«Τις ήτο ο Αλαήμπεης ούτος, του οποίου η γέφυρα
διαιωνίζει το όνομα. Εγνώριζε άραγε ότε έκτιζε δια μέσου των λιμνών την οδόν
ταύτην, ότι εδημιούργει τον γοητευτικώτερον επί γης περίπατον». Εικόνες μαγείας
δημιουργούνται την άνοιξη καθώς πλήθη από Νούφαρα, με τα μεγάλα λευκά άνθη
τους, επιπλέουν στη λίμνη. Πίνακες ζωγράφων της Αναγέννησης θυμίζουν οι μικρές
«θάλασσες» από ελαιώνες και εσπεριδοειδή». Εδώ ο περιηγητής βρίσκει, την
χαμένη στο αστικό κέντρο, ανθρώπινη φύση του. Νοιώθει να ξαναγεννιέται.
Ωστόσο ο μουσελίμης Αλάμπεης ήθελε
απλώς να ενώσει τους κάμπους του Παναιτωλίου
και των Παπαδάτων, που τους χώριζε ένας υγρότοπος ανάμεσα στην
Τριχωνίδα και στη Λυσιμαχία. Έτσι έφτιαξε το 1773 με φανταστική
μαεστρία έναν λιθόκτιστο δρόμο 3 χλμ., ο οποίος στηριζόταν σε 360 καμάρες». Αυτό το θαύμα
έμεινε στις γκραβούρες των περιηγητών και στις παλιές φωτογραφίες,
και κάποια τμήματά του όπως αυτά φαίνονται παραπάνω.
Με την ευκαιρία αυτή πρέπει να αποδοθεί ο οφειλόμενος
έπαινος στην ευγενική και φιλόδοξη κίνηση των «Φίλων των Γεφυριών του Αλάμπεη»,
η οποία ξεκίνησε με πρωτοβουλία του τ. Προϊσταμένου Α/θμιας
εκπαίδευσης και Νομαρχιακού Συμβούλου κ. Γεωργίου Ν. Μπαρούτη, του Δημάρχου της
Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου κ. Παναγιώτη Κατσούλη, του Ομότιμου καθηγητή κ.
Αθανασίου Παλιούρα, και τη συνεργασία του «Αρχιψαρά», κ. Ιωάννου Γ. Δεματά, για
την αποκάλυψη και αναπαλαίωση των γεφυριών. Με έγγραφο του
Πολιτιστικού Συλλόγου Παπαδατών ζητήθηκε η συνδρομή του τ. Νομάρχη
Αιτωλακαρνανίας και Διοικητή Κεντρικής Μακεδονίας κ. Ευθυμίου Σώκου, του
Δημάρχου Αγρινίου κ. Παύλου Μοσχολιού, του προϊσταμένου της Εταιρείας
Αρχαιοτήτων κ. Παναγιώτη Σκιαδά, η οποία παρασχέθηκε ομοθύμως και
συγκροτήθηκε η «Επιτροπή Φίλων των Γεφυριών Αλάμπεη». Η Επιτροπή έλαβε τη σχετική
άδεια από την Εφορία Αρχαιοτήτων Ναυπάκτου και ήδη γίνονται προεργασίες για την
υλοποίηση των σκοπών της.
Το
Λιμάνι Παπαδατών
Ο Λογοτέχνης, Δημήτριος Βικέλας (1885),συνεχίζει το χρονικό του: « Είχαμε
σταματήσει στις όχθες του έλους, για να προετοιμάσουμε τα όπλα μας και να
μπούμε στην επικίνδυνη περιοχή του Ζυγού,(προφανώς για κυνήγι), όταν βρεθήκαμε
σε μια γέφυρα με τρακόσιες εβδομήντα καμάρες, που αγκαλιάζει το
τέναγος σε μια έκταση περίπου ενός χιλιομέτρου. Παρατήρησα σε κάποιους πυλώνες,
σκαλιά που οδηγούν σε πλατώματα, κτισμένα γύρω από την προεξοχή των πρόβολων.
Σχηματίζονταν ένα είδος μώλων, όπου διέκρινα δακτύλιους στους
οποίους έδεναν τα σκάφη. Με αυτά έκαναν εμπόριο στα παράλια της λίμνης, που
άλλοτε περιβαλλόταν από πόλεις με ιδιαίτερη εμπορική κίνηση στα λιμάνια
τους».
Οι λίμνες ενώνονταν με
αβαθείς βάλτους και για να αποφεύγεται ο κύκλος της Λυσιμαχίας , (μέσω ξηράς),
η επικοινωνία διεξήγετο με πλοιάρια και γαϊτες. Έτσι, όπως σημειώνεται
πιο πάνω, « το 1773 ,ο μουσελίμης του Κάρελι Αλάι Μπέης, αποφάσισε
την κατασκευή των γεφυριών για να ενώσει τις δυο λίμνες και να συνδέσει του
κάμπους του Παναιτωλίου και των Παπαδατών , που
είχαν ιδιαίτερη εμπορική κίνηση στα λιμάνια τους».
Η εμπορική επικοινωνία
επεκτείνονταν στη Μυρτιά , όπου και το ιστορικό Μοναστήρι της Παναγίας της
Μυρτιάς, καθώς και οι ομώνυμοι μύλοι, που εξυπηρετούνταν από τη μικρή
υδατόπτωση των πηγών της Μόκιστας (Αγίας Σοφίας). Πριν από την κατασκευή των
γεφυριών Αλάμπεη, όλες οι μεταφορές, προσώπων, ζώων ,γεωργικών και δασικών
προϊόντων γίνονταν μέσω των λιμανιών Παναιτωλίου και Παπαδατών.
Εικ 42. Λιβάρια Παπαδατών σήμερα. |
Έδρα του Λιμανιού των
Παπαδατών ήταν η βάση των κτημάτων του Σαράντη, πεντακόσια
μέτρα περίπου ανατολικά των σημερινών μεγάλων Λιβαριών των
Παπαδατών. Η όμορφη Σαράνταινα έμεινε ξακουστή στη λαϊκή παράδοση
των Παπαδατών. Και όταν πτώχευσε η οικογένειά της και ζούσε σχεδόν με τη
ζητιανιά , κυκλοφορούσε το: «Που είναι τα κάλλη σου και τα χρυσαφικά
σου κυρά Σαράνταινα;». Αυτή απαντούσε: «Ας έφυγαν τα
κάλλη, έμεινε η αρχοντιά μου».
Δικαιολογημένα,
λοιπόν, οι Παπαδάτες, πρώτες σε πληθυσμό, ως μεγάλο τοπικό διαμετακομιστικό
κέντρο, μεταξύ Τριχωνίδος και των χωριών Μακρυνείας και δια μέσου του Άνω
Κερασόβου, που ήταν το δεύτερο σε πληθυσμό στη Μακρυνεία χωριό, με το
Μεσολόγγι, ορίστηκαν το 1833 ως ο Πρώτος Δήμος της περιοχής Μακρυνείας με την
ονομασία «Δήμος Κερασέας».
Στην περίοδο της
Κατοχής, το λιμάνι και τα Λιβάρια Παπαδατών ,παρουσίασαν μεγάλη κίνηση. Τα
Καϊκια και οι Γαϊτες διέσχιζαν τα ήρεμα και καθαρά νερά της Ψαρομάνας
Τριχωνίδας και ένωναν τους Μύλους και τις Νεροτριβιές της Μυρτιάς.
Στα αρχαία χρόνια
Πριν δεκάδες χιλιάδες χρόνια, το βαθύπεδο του χώρου
των λιμνών είχε άλλη γεωλογική διαμόρφωση και η επικοινωνία-συγκοινωνία των
κατοίκων των βορείων προς τις λίμνες πόλεων και κοινοτήτων Αγραίοι, Απεραντοί, Ευρυτάνες, Αποδοτοί (σήμερα Τριχωνίδος), με εκείνες των νοτίων ,
Κωνώπη, Άκραι Τριχώνιο, Μετάπα, Φύταιο κ.λ.π. ( σήμερα Μακρυνείας), ήταν
διαφορετική και έχει περάσει από πολλές γεωλογικές μεταλλάξεις και μια ποικιλία
επιφανειακών γεωλογικών μορφών.
Διακόσια
και πλέον χρόνια και μέχρι το Φθινόπωρο του 1992 ,στην περιοχή «Κλάρα»
νοτιότερα της περιοχής «Αμπάρια», κατά την Άνοιξη και το Φθινόπωρο, ακούγονταν
ο «Μεγάλος Βούκινας», δηλαδή υπολίμνια βοή, όπως εκείνες των μεγάλων
καραβιών όταν πλησιάζουν στο Λιμάνι ή αναχωρούν και μπαρκάρουν. Όλοι οι
κάτοικοι των όμορων χωριών ακούγαμε εκείνη τη δυνατή Βοή και οι μεγαλύτεροι
έλεγαν: Είναι η καταβόθρα της Λίμνης. Από τη δεκαετία του`70 η Βοή άρχισε να
αδυνατίζει και τελικά, από το φθινόπωρο του 1992, που «Ψόφησαν» όλα τα χέλια
και η Λίμνη τα «ξερνούσε» στην αμμώδη ακτή πάνω από την Κλάρα, με χρώμα βαθύ
κίτρινο και μυρωδιά θειαφιού, οπότε η Βοή σταμάτησε. Οι επιστημονικές έρευνες
δεν έδωσαν σαφή απάντηση στο γεγονός.
Αεροφωτογραφίες της περιοχής παρμένες μέσω δορυφόρων παρουσιάζουν
υποθαλάσσια - υπολίμνια ίχνη Δρόμου σύνδεσης των Παπαδατών (Αρχαίες
Άκραι) με το αρχαίο Θέστιο και το Βλοχό. Στις Παπαδάτες υπάρχουν υπέργεια
λείψανα της ανωτέρω οδού, το «Σαμάρι», που ξεκινούν από την κεντρική Πλατεία
του αγίου Κωνσταντίνου ,διασχίζει τον κάμπο και καταλήγει στο εξωκλήσι του
αγίου Ανδρέα, που βρίσκεται στη ακρολιμνιά. Πρέπει να σημειωθεί, ότι δίπλα στον
άγιο Ανδρέα, στο κτήμα του «Νικολάμπα», των εκ μητρός απογόνων του
Αλπεντζαίων-Κρασαίων σήμερα, βρίσκονται αποδεικτικοί μάρτυρες του μεγάλου
πρωτοχριστιανικού μοναστηριού «Των Αϊ-Γιάννηδων». Εκεί ήταν το δεύτερο
μικρό Λιμάνι των Παπαδατών, καθώς και η Ιχθυόσκαλα των ελεύθερων ψαράδων.
Υπήρχαν και άλλες
μικρότερες ιχθυόσκαλες και αραξοβόλια ,όπου έδεναν τα πλεούμενα οι Ελεύθεροι
ψαράδες, όπως εκείνα του Σύρμου, του Τσιτσίμπα, του Βλάχου,στο χώρο των
Παπαδατών, της Βουζιάς, στη Ματαράγκα, της Ανάληψης ,στη Μπουτίνου και στην
Καψοράχη. Που τα περισσότερα διατηρούνται μέχρι σήμερα.
Τα
όσα συνοπτικά καταθέτονται στο άρθρο αυτό, αποτελούν μικρή συμβολή για
περαιτέρω έρευνα από τους νεότερους ερευνητές, με τα σύγχρονα τεχνικά και
επιστημονικά μέσα πιστοποίησης των αρχαιολογικών λειψάνων και στους
οποίους παραδίδουμε.
ΓΑΒΡΙΗΛ Σ. ΑΛΠΕΝΤΖΟΣ
Δρ Φιλοσοφίας Πανεπ.
Αθηνών.
Πρόεδρος
Ένωσης τ. Επιθεωρητών
Εκπαίδευσης
Αδ. Κοραή 69
,17122,Ν. Σμύρνη
Τηλ. 210
9320552, 6976 631764
1 σχόλιο:
'Αψογη η παρουσίαση του άρθρου! Να σας ευχαριστήσω για την εκπόνησή του!
Κάθυ Καζανά
Managing Director
Sigma Printers
Chadstone Victoria, Australia
Δημοσίευση σχολίου