Ιωάννης Γ. Νεραντζής
(Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Κρήτης)
(Σχολ. Σύμβουλος Φιλολόγων Ν. Αιτωλ/νίας)
– Τριχωνία: ένα απέραντο αρχαιολογικό πάρκο –
Μορφές διαχείρισης: Πολιτιστικός & Αρχαιολογικός Τουρισμός
Το θέμα μου εστιάζεται στην Τριχωνία, σε αυτό το απέραντο αρχαιολογικό πάρκο. Αλλά, την ιδιαίτερη στοχοθεσία τής Εισήγησής μου αποτελούν οι «μορφές διαχείρισης αυτού τού απέραντου αρχαιολογικού πάρκου, συμποσούμενες στον Πολιτιστικό και Αρχαιολογικό Τουρισμό.
Διάλεξα το τοπωνυμικό, «Τριχωνία», αντί τού καθιερωμένου, «Τριχωνίδα», για δύο λόγους: Αφενός ένεκα ιστορικότητας, καθότι, από συστάσεως τού ΝεοΕλληνικού Κράτους έως το 1927, η επωνυμία ήταν «επαρχία Τριχωνίας». Αλλά διά τού υπ' αριθμόν 12 / 21-12-1927 Διατάγματος (Φ.Ε.Κ. 304, Α') η "Επαρχία Τριχωνίας" μετωνομάσθηκε σε "Επαρχία Τριχωνίδος".[i] Για αυτόν τον πρωταρχικόν λογότυπον τού τοπωνυμίου λαμβάνουμε γνώση ειδικά από έναν σπάνιο χάρτη, τιτλοφορούμενον ‘‘Σχεδιάγραμμα Επαρχίας Τριχωνίας’’, εκτυπωμένον προφανώς προ τού 1927,[ii]και ως εκ τούτου πολύτιμον για τον αναγραφόμενον επ’αυτού πρωταρχικόν λεξίτυπον τοπωνυμίων και οικωνυμίων τής ‘‘επαρχίας Τριχωνίας’’. Παρατηρείτε, βέβαια, και εσείς ότι, τα όρια τής ‘‘επαρχίας Τριχωνίας’’ συμπίπτουν με την γεωπολιτική ζώνη την περιτρέχουσα περιφερειακά τή λίμνη Τριχωνίδα. Μια διττή γεωφυσική ενότητα, λιμναία και χερσαία, που περιβαλλοντικά συνιστά ένα πανέμορφο τοπίο φυσικής ομορφιάς, ενώ ιστορικογεωγραφικά συνιστά ένα απέραντο αρχαιολογικό πάρκο. Αυτός ακριβώς είναι ο δεύτερος λόγος που προβάλλω το οικωνύμιον ‘‘Τριχωνία’’: ένεκα ιστορικο-αρχαιολογικής σκοπιμότητας: Ότι δηλαδή αυτή η ίδια η ‘‘επαρχία Τριχωνίδος’’, η περιτρέχουσα περιφερειακά τή λίμνη Τριχωνίδα, είναι αυτό το απέραντο αρχαιολογικό πάρκο, για την αξιοποίηση τού οποίου προτείνουμε δύο μορφές διαχείρισης: τον Πολιτιστικόν Τουρισμό και τον Αρχαιολογικόν Τουρισμό. Πάντως, υποχρεούμαι να σας επισημάνω προκαταβολικά ότι: η επιστημονική δεοντολογία απαιτεί να πραγματευτούμε αυτό το τοπίο στην ολότητά του: Εννοώ ότι, είναι ολοφάνερο πως έχουμε ένα ενιαίο λιμναίο βαθύπεδο, που λόγω ανθρωπογενών προσχώσεων διακρίθηκε σε βαθύπεδο δύο αιτωλικών λιμνών, ήτοι σε ‘‘Λίμνη Τριχωνίς’’ και σε ‘‘Λίμνη Λυσιμαχία’’.
Αναλυτικότερα: Στην ενδοχώρα της Αιτωλίας, το κέντρο τού ‘‘βαθυπέδου τού Αγρινίου’’ το κατελάμβανε μια τεράστεια λίμνη, την οποία χώριζε στα δύο μία στενή ελώδης ζώνη, (όπως και σήμερα). Έδειχναν συνεπώς να ήσαν δύο λίμνες. Όμως από την αρχαία ελληνική γραμματεία διασώθηκαν περισσότερα επώνυμα με τα οποία θα πρέπει να ονομάζονταν αυτές οι δύο λίμνες. Συγκεκριμένα αναφέρονται οι επωνυμίες: Τριχωνίς, ΄Υδρα, Λυσιμαχεία, Υρίη, Κονώπη, Κυκνείη. Γι’ αυτόν τον λόγο, η έρευνα δεν έχει καταλήξει ακόμα οριστικά στην επωνυμική τους ταυτοποίηση. Μόνο για τη μεγαλύτερη ανατολική λίμνη η έρευνα δέχεται ότι στην αρχαιότητα πρέπει να είχε βεβαιωμένα την ονομασία Τριχωνίς. Ενώ για τη μικρότερη δυτική λίμνη η έρευνα θεωρεί ότι στην αρχαιότητα αυτή ήταν γνωστή μάλλον με εναλλακτικά/διαφορετικά ονόματα: Υδρα, Λυσιμαχία, Υρία, Κωνώπη, Κυκνεία.
Επιστρέφουμε στο προκείμενον: Εμείς, εμμένοντας στη θεματική τού ‘‘Α΄ FORUM για την ανάπτυξη τής λίμνης Τριχωνίδας’’, θα εμμείνουμε μόνον στο απέραντο αρχαιολογικό πάρκο περιμετρικά τής ‘‘Λίμνης Τριχωνίδας’’, για την αξιοποίηση τού οποίου προτείνουμε δύο μορφές διαχείρισης: τον Πολιτιστικόν Τουρισμό και τον Αρχαιολογικόν Τουρισμό.
Τα όρια της περιοχής μελέτης – ζώνη περιμετρικά τής ‘‘Λίμνης ‘‘Τριχωνίδος’’ – προσδιορίστηκαν συμβατικά και μόνον με κριτήριο την ενότητά της, τα στοιχεία τού φυσικού και δομημένου χώρου και την κατάσταση διατήρησής τους, καθώς και με τη δυνατότητα επαναπροσδιορισμού τού άξονα ανάπτυξης τής συγκεκριμένης περιοχής, τού ‘‘λιμναίου βαθύπεδο Τριχωνίδας’’.
Ενώ δηλαδή μέχρι τώρα τα δεδομένα επέτρεπαν την παντοειδή ανάπτυξη κατά μήκος του παραλιακού άξονα, ήτοι ανατολή-δύση, της Αιτωλο-Ακαρνανίας, διότι δόθηκε βαρύτητα στις πεδινές αστικές περιοχές αυτού του άξονα, καιρός είναι πλέον να δούμε και τη δυνατότητα ανάπτυξης μεμονωμένης ανθρωπογεωγραφικής ενότητας, που στην προκειμένη περίπτωση συμπίπτει με το τοπίον τού ‘‘λιμναίου βαθύπεδο Τριχωνίδας’’, επιλέγοντας συνειδητά τον όρο «τοπίον», καθότι σημαίνει «τόπος με ενδιαφέρον», εν προκειμένω «τόπος με πολιτιστικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον».
Χρειαζόμαστε τώρα αυτόν τον χώρο τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου όχι μόνον για να αποτελέσει τον πυρήνα παραγωγής βιολογικών και οικολογικών προϊόντων, αλλά και το πρότυπο εναλλακτικών μορφών τουρισμού, όπως αυτές οι δύο που εκτίθενται παρακάτω, ο Πολιτιστικός Τουρισμός και ο Αρχαιολογικός Τουρισμός.
Μεθοδολογία.
Ως μεθοδολογία για τη διατύπωση των προτάσεων διαχείρισης και προστασίας τού προαναφερθέντος ιστορικού τοπίου, - ζώνη περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας -, επιλέχθηκε η αναγνώριση τής ιστορικής και αισθητικής φυσιογνωμίας αυτού τού ιστορικού συνόλου , με βασική αρχή προσέγγισης τη θέση ότι ο ιστορικά δομημένος χώρος και το γεωγραφικό περιβάλλον αποτελούν άρρηκτη πολιτισμική ενότητα υπό την έννοια τού ιστορικού τοπίου.
Τα σημεία στα οποία έχει επικεντρωθεί η μελέτη μας είναι:
(Α). Η ιστορική και οικιστική-πολεοδομική εξέλιξη στη ζώνη περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας.
Συγκεκριμένα, όπως υποστήριξα στη διδακτορική μου διατριβή, περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας, αναπτύχθηκαν, στην αρχαιότητα, τουλάχιστον δέκα επτά πόλεις-επικράτειες που πρέπει να ανήκαν στο αρχέγονο αιτωλικό φύλο τών Ευρυτάνων. Ας τις περιδιαβούμε νοερά με τη μηχανή τού χρόνου.(Α.1). Ιστορικό πλαίσιο.
Η μέχρι σήμερα αρχαιολογική έρευνα, λοιπόν, έχει αποδείξει τη συνεχή κατοίκηση των δύο κοιλάδων από τους Προϊστορικούς ήδη Χρόνους μέχρι σήμερα , οπότε δεν καθίσταται αναγκαία η ειδικότερη αναφορά στις ιστορικές φάσεις δράσης και εξέλιξης στον ανθρωπογεωγραφικό χώρο τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου.
(Β).Η ιστορική & αισθητική φυσιογνωμία τού ανθρωπογεωγραφικού χώρου τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου.
Ο πολιτιστικός χαρακτήρας τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου είναι σύνθετος και δισυπόστατος: είναι η διαλεκτική σχέση τού ιστορικά δομημένου χώρου (οικισμοί) και τού περιβάλλοντος που συνθέτουν το ιστορικό τοπίο. Το ιστορικό τοπίο συνίσταται από τα ακόλουθα στοιχεία:
- Από το φυσικό υπόβαθρο, τη βλάστηση, το παραδοσιακό κέλυφος με τα μνημεία, άλλα έργα-επεμβάσεις του ανθρώπου, καθώς και από ορισμένα τοπόσημα και μνημεία που έχουν καταστεί σημεία αναφοράς.
- Από τις συγκεκριμένες οπτικές γωνίες (από και προς έκαστον οικισμό) και τις οπτικές φυγές από τις οποίες τα στοιχεία αυτά γίνονται ιδιαιτέρως αντιληπτά και αναδεικνύονται με γραφικές απόψεις ("vues pittoresques") .
Η πρότασή μας εδώ σύγκειται στην αναγκαιότητα:
- Μελέτης και προσδιορισμού των στοιχείων του φυσικού και δομημένου χώρου και την κατάσταση διατήρησής τους.
- Μελέτης εκάστης οικιστικής ενότητας: δηλαδή, τα αρχαιολογικά σύνολα, τα αρχαιολογικά μνημεία, τα κτήρια και η αρχιτεκτονική τους (τυπολογία, μορφολογία, κατάσταση διατήρησης από άποψη δομική και αυθεντικότητας τής μορφής, όπως επεμβάσεις, αλλοιώσεις, προσθήκες).
Πιο συγκεκριμένα:
(α). Μελετάται ώστε να τύχει διαχείρησης και αξιοποίησης:
-Ο πολεοδομικός ιστός, πρώτα και κύρια τών αρχαίων πόλεων περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας, όπως: -η πόλις Θεστιαί ή Θεστιείον (νυν Καινούργιο). -το Βουκάτιον (που εγώ το ταυτίζω με το χωριό Παλαιοκαρυά, ενώ παλαιότερα ταυτιζόταν με την Παραβόλα). -το Φίστυον (ανάμεσα στα χωριά Νερομάνα και Κρύο-Νερό). –οι Λεχώιοι με πόλι όπου τώρα το χωριό Αγία Σοφία (Μόκιστα). Όλες απλωμένες στη βόρεια πλευρά της λίμνης Τριχωνίδος. Η Μέταπα (ανάμεσα στα χωριά Καψορράχη, Παλαιοχώριον και Κάτω Μακρυνού). -η Παμφία ή Πάμφιον (νυν Σιταράλωνα). -το Φύταιον (ανάμεσα από τα χωριά Λιθοβούνι και Μεσάριστα). -το Τριχώνειον (νυν Γαβαλού) με το μοναδικό ανευρεθέν στην Αιτωλία Ασκληπιείον. Η πόλις Άκραι που με πολλές επιφυλάξεις την τοποθετώ ανάμεσα από τα χωριά Παπαδάτες και Ματαράγκα. Αυτές, βέβαια, στη νότια πλευρά της Τριχωνίδας λίμνης.
-Ο πολεοδομικός ιστός ενός εκάστου πεδινού και ημιορεινού οικισμού στο αιτωλικό λιμναίο βαθύπεδο.
-Το σύστημα τών δρόμων, οι προσβάσεις, οι κοινόχρηστοι και ιδιωτικοί ελεύθεροι χώροι, το φυσικό περιβάλλον.
(β). Προσδιορίζεται η ιδιαίτερη ιστορική και αισθητική φυσιογνωμία τού χώρου περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας.
(γ). Εκπόνηση θεματικών χαρτών εκάστης οικιστικής ενότητας, ήτοι από άποψη ιστορική, αισθητική, περιβαλλοντική και χρηστική? ώστε να αναδειχθεί και να αναγνωρισθεί η ιδιαίτερη φυσιογνωμία τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου, προκειμένου να ανοίξουν οι θεματικές αυτές πληροφορίες άλλες προοπτικές στην επιστημονική έρευνα και στη σύνταξη προτάσεων διαχείρισης και προστασίας τού χώρου, από κάθε ενδιαφερόμενον φορέα.
(δ). Εντοπισμός, αισθητική προσέγγιση και κωδικοποίηση, μέσω θεματικών χαρτών , των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τού ιστορικού τοπίου και τού οικισμού, των "οπτικών γωνιών" και των "οπτικών φυγών" που τα αναδεικνύουν, καθώς και των στοιχείων που συνιστούν την ιδιαίτερη "ατμόσφαιρα" και τη γραφικότητα τού χώρου, με στόχο τη σύνταξη προτάσεων προστασίας και διαχείρισης και δη πολιτιστικής και αρχαιολογικής.
Ας σημειωθεί εδώ ότι, η αισθητική προσέγγιση δεν περιορίζεται μόνο στην οπτική αντίληψη, αλλά επεκτείνεται στη βίωση τού χώρου με όλες μας τις αισθήσεις (βιωματική προσέγγιση) . Τα στοιχεία αυτά είναι:
(1) Η μικροκλίμακα του δομημένου και του φυσικού περιβάλλοντος.
(2) οι αρχαίες πόλεις, τα βυζαντινά οικιστικά κατάλοιπα και μνημεία όπως ναοί και μοναστήρια, τα οικιστικά λείψανα χωριών μεσαιωνικής οθωμανοκρατούμενης περιόδου, περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας.
(3) Τα μνημεία-σημεία αναφοράς στα χωριά περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας.
(4) Τέλος, η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα τού βαθυπέδου τών αιτωλικών λιμνών που τη βιώνουμε με όλες μας τις αισθήσεις και η γραφικότητα τού χώρου.
(Γ). Προτάσεις διαχείρισης και προστασίας τής ζώνης περιμετρικά τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου ως ενιαίου ιστορικού συνόλου, και δη περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας.
Μετά από την αναγνώριση της ιστορικής και αισθητικής φυσιογνωμίας τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου ως ενιαίου ιστορικού συνόλου, και ειδικότερα τού αισθητικής φυσιογνωμίας περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας, και των επιμέρους επ' αυτής τής ζώνης οικιστικών και πολεοδομικών συγκροτημάτων, καθώς και της σχέσης τού δομημένου χώρου με το περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώθηκε ιστορικά (ιστορικό τοπίο), η στρατηγική των προτάσεών μας προσανατολίστηκε στους εξής στόχους:
(Γ.1). Διατύπωση προτάσεων
αρχαιολογικού και πολιτιστικού χαρακτήρα:
(1). 'Ιδρυση "Μουσείου Ιστορικής Μνήμης Τριχωνίδος" σε όποιο χωριό κριθεί ως το πλέον ενδεικνυόμενον.
(2). Δύο προτάσεις για τη χάραξη πολιτιστικών διαδρομών προβολής της πολιτισμικής φυσιογνωμίας τής λίμνης Τριχωνίδος και τής λίμνης Λυσιμαχείας:
(2.α). Η πρώτη αποσκοπεί ειδικά στην προβολή της διαχρονικής ιστορίας τών πόλεων και τών οικισμών περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδος [και τής λίμνης Λυσιμαχίας]: περιλαμβάνει την επίσκεψη σε μνημεία και χώρους που σχετίζονται με την ιστορία αυτών, διαμέσου μιας διαδοχικής πορείας και ενός εκπαιδευτικού προγράμματος που εξυπηρετεί τον προαναφερθέντα στόχο.
(2.β). Η δεύτερη αποσκοπεί στην προβολή της ιδιαίτερης αισθητικής φυσιογνωμίας των δύο λιμνών, Τριχωνίδος και Λυσιμαχίας, τού αναλλοίωτου διαχρονικά αισθητικού τους χαρακτήρα που έχει αποκτήσει ιστορική αξία, με την έννοια του ιστορικού τοπίου, και περιλαμβάνει την περιήγηση των δύο λιμνών, με βάση προσχεδιασμένες και προγραμματισμένες διαδρομές και εκμεταλλευόμενες όχι μόνον τα μονοπάτια εγγύς της λιμναίας ακτής, αλλά και τα ημιορεινά μονοπάτια τόσον τής βόρειας πλευράς στις πλαγιές τού Παναιτωλικού όρους όσον και τής νότιας πλευράς στις πλαγιές τού Αρακύνθου, και, βέβαια, ποσώς εκμεταλλευόμενες τη βιωματική προσέγγιση του ιστορικού τοπίου.
(Γ.2). Διατύπωση προτάσεων διαχείρισης και προστασίας των δύο λιμνών, Τριχωνίδος και Λυσιμαχίας:
Προκαταβολικά αναφέρουμε ότι, προκειμένου να διαμορφώσουμε τα δεδομένα τών προτάσεών μας, διερευνήσαμε τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις που προσφέρουν τα συγκεκριμένα οικοσυστήματα των δύο λιμνών, -κατουσίαν ένα λιμναίο βαθύπεδο-, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι αυτά προσφέρονται για τις εξής εναλλακτικές μορφές τουρισμού:
- Πολιτιστικό - Μορφωτικό Τουρισμό. (Πολιτιστικές Διαδρομές).
-Αρχαιολογικό Τουρισμό. (Αρχαιολογικοί Χώροι και Μνημεία).
-Θρησκευτικό Τουρισμό. (Μοναστήρια και Εκκλησίες).
-Οικολογικό Τουρισμό (Οικοτουρισμό). (Αξιοποίηση άγριας χλωρίδος & πανίδος).
-Φυσιολατρικό.
-Αθλητικό.
-Αγροτουρισμό.
-Προτάσεις-
Οι σχετικές με αυτές τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού προτάσεις μας είναι οι εξής:
1. Καταγραφή ιδιαιτεροτήτων, ιστορικογεωγραφικών, πολιτιστικών, οικολογικών, όχι μόνον των δύο ως άνω λιμνών, αλλά και ολοκλήρου του Αιτωλοακαρνανικού χώρου, ανύπαρκτη έως σήμερα. Για παράδειγμα, δεν έχει γίνει έρευνα για την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της άγριας χλωρίδος και πανίδος, ούτε κάν κατάλογος υποψηφίων προς έρευνα θέσεων.
2. Ο ημιορεινός χώρος περιμετρικά τού αιτωλικού λιμναίου βαθυπέδου να παραμείνει ζωντανός, ενημερώνοντας τους ημιορεινούς πληθυσμούς ότι η έννοια τού αγρότη άλλαξε σήμερα, και εκπαιδεύοντάς τους στις καινούργιες πολυδραστηριότητες που επιτρέπει ο ημιορεινός χώρος.
3. Η ανάπτυξη του αγροτουρισμού στα χωριά να προσβλέπει στις ομορφιές και τα φυσικά στοιχεία των δύο διακριτών λιμνών, Τριχωνίδας και Λυσιμαχίας, καθώς και στον απλό τρόπο ζωής τών κατοίκων τής υπαίθρου. Αυτό προϋποθέτει, βέβαια, ολοκληρωμένο πρόγραμμα αγροτικού τουρισμού ως εναλλακτικού μέσου περιφερειακής ανάπτυξης, πρόγραμμα που θα έχει ως τελικό στόχο την ολοκληρωμένη και ολόπλευρη αναπτυξιακή προσέγγιση τού τόπου, με πολλαπλές παρεμβάσεις στην υποδομή, στη γεωργία, στη κτηνοτροφία, στη βιοτεχνία, στην απασχόληση και με παραπέρα θετικές πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στο εισόδημα και την ευημερία τού τοπικού πληθυσμού περιφερειακά τών δύο αιτωλικών λιμνών.
Υποσημειώσεις - Παραπομπές
[1] Βλ. σχετ. στο: ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΉΤΩΝ, έκδοση της "ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ", τόμος Α' : Νομός Αιτωλοακαρνανίας, Αθήναι 1961, σ. 6.
[1] Πιθανότατα, αυτό το "Σχεδιάγραμμα Επαρχίας Τριχωνίας υπό Κ. Κούτρα", να εκτυπώθηκε προ του 1915, διότι το σημερινό κεφαλοχώρι Θέρμο Τριχωνίδος αναγράφεται σ' αυτό με το παλαιότερο όνομά του, δηλαδή ως Κεφαλόβρυσον. Αλλά, "η Κοινότης Κεφαλοβρύσου μετωνομάσθη εις [Κοινότητα] Θέρμου" το 1915, σύμφωνα με την Απόφασι Υπουργού Εσωτερικών υπ' αριθμ. 7500/27-2-1915, Φ.Ε.Κ. 89/1915, Τεύχος Β'. (βλ.ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ..., ό.π., σ. 427).
[1] Δες σχετ.: Νεραντζής Ιωάννης, Η χώρα τών Αιτωλών, (διδακτορική διατριβή, 2001), (έκδοση 2003, ‘‘Εκδόσεις ΙΦΙΤΟΣ’’), σ. 24-25.
[1] Λίμνη Τριχωνίς: Πολυβίου, Ιστορίαι, 5.7.8.3, και 11.7.2.5
[1] Λίμνη ΄Υδρα που μετωνομάσθηκε σε λίμνη Λυσιμαχεία: Στράβων 10.2.22.
[1] Η ονομασία Λυσιμαχεία αντικατέστησε την προηγούμενη ονομασία της λίμνης ΄Υδρα. (Στράβων 10.2.22).
[1] Λίμνη ΄Υρίη: Ο Ovidius, (Metamorph., 7.371 και 7.380), αναφέρει τη λίμνη Κονώπη/Κυκνείη με την ονομασία Υρίη. (-Οβίδιος, Metamorph. 7.371: “Inde lacus Hyries videt et Cycneϊa Tempe ”. -Οβίδιος,Metamorph. 7.380: “At genetrix Hyrie, servati nescia, flendo | delicuit . stagnumque suo de nomine fecit. |Adiacet his Pleuron”.
[1] Η λίμνη Κωνώπη μετωνομάσθηκε Κυκνείη, κατά τον Antoninus Liberalis, Μεταμορφώσεων συναγωγαί,12.8.3.
[1] Λίμνη Κυκνείη : Antoninus Liberalis, Μεταμορφώσεων συναγωγαί, 12.8.3. (δες και προηγ. υποσημ.).
[1] Ο όρος ιστορικό μνημείο χρησιμοποιείται με την διευρυμένη του έννοια, όπως αυτή έχει γίνει αποδεκτή από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων κατά την εφαρμογή των διατάξεων περί προστασίας του Ν. 1469/50, την έννοια δηλαδή του μνημείου που είναι σημαντικό για τη μελέτη της ιστορίας του πολιτισμού εν γένει.
[1] Η επαλληλία των οικήσεων του χώρου διαχρονικά. Επομένως, το παραδοσιακό κέλυφος δεν είναι μόνον το "φαίνεσθαι", αλλά και όλες οι φάσεις εξέλιξης που οδήγησαν στο σήμερα, τα ίχνη των οποίων αποτελούν επίσης αντικείμενο της προστασίας.
[1] Το γεωγραφικό περιβάλλον νοείται ως φυσικό και ευρύτερο ανθρωπογενές και προσεγγίζεται από την οπτική της ιστορικής γεωγραφίας.
[1] Βλ.: Νεραντζής Ιωάννης, Η Χώρα των Αιτωλών: Συμβολή στη γεωπολιτική της οργάνωση,(αρχαιολογική και ιστορικογεωγραφική έρευνα, (Διδακτορική Διατριβή, 2001), (εκδόσεις ΙΦΙΤΟΣ, 2003), σσ. 105-145 για τη ζώνη περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας, σσ. 49-104. Εκεί συγκεντρωμένη και όλη η υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία.
[1] Τοπόσημο: Αναγνωριστικό σημείο του περιβάλλοντος.
[1] Οπτικές γωνίες: Οι θέσεις από τις οποίες έχουμε τις "vues pittoresques", δηλαδή τις "γραφικές απόψεις" του ιστορικού τοπίου και του οικισμού και οι οπτικές γωνίες που ορίζουν τον χώρο.
[1] "Vue pittoresque": μεταφράζεται ως "γραφική άποψη", άποψη του τοπίου τόσο τέλεια που υπερβαίνει τα όρια του αληθινού, που είναι σαν ψεύτικη, σα ζωγραφιά
[1] Βλ. για παράδειγμα τους ανάλογους χάρτες στη μελέτη της Μαρίας Μανούδη, "Το καστέλι του Πόρου: Η ιστορική και πολεοδομική εξέλιξη του νεότερου οικισμού", ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ, τεύχος 79 / ΙΟΥΝΙΟΣ 2001, σσ. 58-65.
[1] 'Ολα αυτά εμπίπτουν στη σύγχρονη αντίληψη της έννοιας του πολιτιστικού τοπίου που περιλαμβάνει τα ίχνη αλλά και τις δραστηριότητες των ομάδων που λειτουργούν μέσα στο χώρο, καθώς και τα οικοσυστήματα ("Cultural Museum Areas", "Ecomuseum"). Η προσέγγιση των ιδιαίτερων αυτών στοιχείων στην εργασία επιχειρείται με την καταγραφή και κωδικοποίηση των βιωμάτων που προκαλούν στον επισκέπτη, διαμέσου των οποίων μεταδίδουν τα πολιτιστικά τους μηνύματα, και μέσα από εικόνες της καθημερινής ζωής, αυτές που καταγράφουν μια πολιτισμική παράδοση αιώνων. Από αυτή την άποψη εξέχουσα θέση έχει η διερεύνηση των κειμένων των διακεκριμένων επισκεπτών του χώρου, των λογοτεχνών, κλπ. Η ιδιαίτερη βαρύτητα των στοιχείων αυτών στην αισθητική αντίληψη του τοπίου περιμετρικά τής λίμνης Τριχωνίδας καθιστά ευνόητον ότι η προστασία τους είναι αλληλένδετη με αυτήν τού οικοσυστήματος τού λιμναίου βαθυπέδου, η μελέτη τού οποίου ξεφεύγει από τα όρια της παρούσας εργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου